"Ξεθωριασμένες Αναμνήσεις" (ανέκδοτη συλλογή)
ΞΕΘΩΡΙΑΣΜΕΝΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ Της Κατοχής
(Αφιερωμένο στo Δημήτρη μου, μια " πικρή φέτα" της παιδικής ζωής του)
Περπατούσε
το δωδεκάχρονο ψηλόλιγνο αγόρι με κουρασμένα βήματα
κοιτάζοντας στις μύτες των παπουτσιών του μήπως και τύχει
κάνα πετραδάκι, να το κλοτσήσει να βγάλει κάμποσο από το
κρυφό του άχτι.
«...Έτσι θα κυλάει ο καιρός, Παναγίτσα μου;
Ούτε σχολείο, ούτε δουλειά…»
Το Λιμάνι γουργούριζε σαν στομάχι πεινασμένο. Ήταν γεμάτο με
πλοία κι εργατιά, μα τούτα ανήκαν στον κατακτητή με τις βαριές
στολές και τα ψυχρά πρόσωπα.
Δεν πρόσεξε σε ποια πύλη του λιμανιού ήταν. Φωνή βραχνή και
άγρια τον τίναξε και σταμάτησε απότομα.
«-Κόμε-ίαρ!!!»
Κάπως έτσι θυμάται τα λόγια που βρόντηξαν σαν κανονιά στα
αφτιά του.
Ο στρατιώτης, ένας μεσόκοπος ψηλός άνδρας, απότομος, που του
θύμιζε τον πατέρα του στα νεύρα του, άφηνε το φωνιακό φυλάκιο
κι ερχόταν προς το μέρος του.
Τάχυνε το βήμα, δήθεν άφοβος, -το μπόι των δώδεκα χρόνων δεν
του «επέτρεπε» να δείξει φοβισμένος, ήταν ήδη ολόκληρος άνδρας
που "μπορούσε" να «προστατεύει» την οικογένεια.
Όταν πλησίασε, ο στρατιώτης-φύλακας σήκωσε το πόδι και του
έδωσε μια κλωτσιά που ταράχτηκε όλη η μέση του…
«… φύ(γ)ε-γρήγορα» του είπε με σπασμένη προφορά, και μετά,
αλλάζοντας προφανώς γνώμη, τον άρπαξε από τον ώμο, τον
έστριψε προς το φυλάκιο, «- μέσα!» του είπε άγρια. «…κάτσεδώ!»
και τον ανάγκασε να καθίσει σε μια ψάθινη καρέκλα.
Τα γκριζο-πράσινα μάτια του αγοριού γέμισαν δάκρυα.
Προσπάθησε να τα σκουπίσει ...
«…Παναγίτσα μου, όχι τώρα, όχι εδώ! Δεν θέλω να με δει αυτός
έτσι…»
Ο στρατιώτης πέταξε μπροστά του ένα ζευγάρι μαύρες μπότες
με όλα τα απαραίτητα. «-Βάψε καλά» του είπε κι έστριψε για να
πάει έξω.
-Τί να βάψω; Αφού είναι καλογυαλισμένες… σκέφτηκε, μα
δεν έβγαλε άχνα.. Πήρε το μάλλινο κουρέλι κι άρχισε να τις τρίβει
με όλη του τη δύναμη…
Μετά από λίγη ώρα, ο φρουρός επέστρεψε. Ούτε κουβέντα.
Προχώρησε στο βάθος και μετά από λίγο του έφερε μια πιατέλα
με μαρμελάδα και δυο μεγάλες φέτες ψωμί
«-Φάε!» του είπε και βγήκε πάλι έξω, στη σκοπιά του.
Τα κρυμμένα δάκρια δεν κρατιόντουσαν πλέον πίσω από τα μάτια.
Ο λάρυγγας είχε στενέψει. Το στομάχι είχε σφίξει. Τα χέρια έτρεμαν
.«-Φάε γρήγορα!» τον άκουσε πάνω από το κεφάλι του.
Το πότε άδειασε την πιατέλα ούτε που το κατάλαβε. Το μόνο που
ήθελε ήταν να βγει έξω, να κόψει δεξιά στο δρόμο που έβγαζε
στο «Μαγαζί Υποδημάτων» και να τα πει με το αφεντικό του!!!
«-Σήκω-πάνω! Βγάλε το ζακέτο σου» του είπε ο στρατιώτης.
Στη φόδρα της φθαρμένης ζακέτας του, είχε κρύψει δυο μεγάλες
παραμάνες. Με σπασμωδικές κινήσεις, φόρεσε τη μια άκρη του
μανικιού, ενώ τον άκουσε: «-χέρι-μέσα» να τον προστάζει.
Το παιδί, κάρφωσε κρυφά την άλλη παραμάνα στο άλλο μανίκι,
ενώ ο εχθρός στεκόταν από πάνω του και με απότομες κινήσεις
προσπαθούσε να τον βοηθήσει να φορέσει την μάλλινη χειρό-
πλεκτη ζακέτα από τη γιαγιά του, τη Λένη.
Ο στρατιώτης, έχωσε βιαστικά μια τζάρα μαρμελάδα στο ένα
μανίκι, μια κουραμάνα στο άλλο, και δίνοντάς του άλλη μια
κλοτσιά στα πισινά, τον ρώτησε: «Τονομάσου;»
«-Δημτράκης!» φώναξε το λιγνό παιδί με το κορμί ορθωμένο.
«-Σπίτι γρήγορα!» ακολούθησε η διαταγή!
Καλπάζοντας έφυγε ο Δημητράκης, ο αγαπημένος της γειτονιάς.
-Λες, Να ήταν καλός, μέσα του; Να είχε κι αυτός ένα παιδί στο
σπίτι τους; … Οι σκέψεις και τα ερωτήματα έτρεχαν γρηγορότερα
από τα αδύνατα πόδια του… Άρχισε να λαχανιάζει.
Λίγο ακόμη και θα έφτανε στο σπίτι τους.
Ήταν τότε γωνία Παπαστράτου, αριθμός 109, απέναντι στο
εργοστάσιο «ΚΟΠΗ-ΡΑΦΗ».
Η τριανταφυλλιά τους, ανύποπτη και πάντα υπομονετική, θα τον
καλησπέριζε με τρία κόκκινα τριαντάφυλλα, κι η άσπρη γαριφαλιά,
πάντα ανθισμένη και χαμογελαστή, με τον αέρα από τη βιάση του,
θα κουνούσε τα λουλούδια της γελαστή κι ευτυχισμένη.
Θυμόταν και σκούπιζε τα μάτια. Ήταν, τότε, αργά το απόγευμα,
10 του Οκτώβρη, 1944.
Σε δυο μέρες, η Αθήνα κόχλαζε από ιαχές απελευθέρωσης.
Του παιδιού τα γκριζοπράσινα μάτια ξέπλεναν με ασταμάτητα
δάκρυα την ασχήμια του πολέμου, βάφοντας το μέλλον με χρώματα λευκά, θαλασσιά, ρόδινα…
ΥΓ.: Βασισμένο σε πραγματικό γεγονός
από την παιδική ζωή του Δημήτρη μου, στον Πειραιά.
1 σχόλιο:
10 .... Χριστινα κοκοτη βαλιμητικα ...Σας ευχαριστούμε πολύ κυρία Γιώτα!!!
1d
Reply
Katerina Pitta
Γραφή που μιλάει στην ψυχή μας!!!
GIF
1d
Reply
Άρης Άλμπης
Δραματική περιγραφή μιας σκληρής εμπειρίας.
Αντιφατικές συμπεριφορές που είναι συνυφασμένες με το παράλογο του πολέμου.
1d
Reply
Δημοσίευση σχολίου