15 Δεκ 2020



"ΕΝΑΣ ΟΥΡΑΝΟΣ
                               ΔΥΟ ΘΑΛΑΣΣΕΣ"

Στον Δημήτρη μου


Η ΜΑΥΡΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

(Σεπτέμβρης, 4, 2020, 7,30 μ.μ.)

 

Γλίστρησες σαν το δελφίνι από την κοιλιά της μάνας του

πριν τελειώσει η μέρα. 

Σε τούτο τον τόπο, 

η θάλασσα των δακρύων δεν επέτρεπε

να σε συναντήσω στο λιμνασμένο κτίριο, 

να σε αγκαλιάσω,

να με πάρεις πλάι σου… 

«ένας για κάθε μέρα…για ένα δίωρο» δήλωσε ο Κυβερνήτης,

και τούτη την χρονιά 

όλοι έπρεπε να ακολουθούμε τις συνταγές του.


Εσύ, δεν ήσουν ο άρρωστος του φόβου. Ήσουν το θύμα

της απερίσκεπτης καρδιάς σου 

που δεν χόρταινε να στάζει μέλι

για όλους μας. 

Να προσφέρει τις συνταγές της πείρας μιας ζωής

που δεν έμοιαζε με τούτη που πάγωσε όλο τον κόσμο.

Εσύ δεν μας στέρησες την αγκαλιά σου, 

ούτε σκοτείνιασες

τα κουρασμένα σου μάτια.

Εμείς φοβόμαστε για σένα, μήπως αργήσεις να γυρίσεις 

για να κόψουμε τα πρώτα σύκα που μας χαμογέλασαν, 

αγκαλιά με την κερασούλα, 

πριν τα δοκιμάσουν τα σπουργίτια που τους έλειψες.


Μου ξεγλίστρησες,

δίχως να ακούσω την φωνή σου που ήδη είχε χάσει την δύναμή της,

κι ήλπιζα ότι αν με φώναζες, θα την άκουγα

κι ας ήσουν ναρκωμένος και νηστικός…

(Κι ήταν εκείνοι που μου είπαν ότι έπρεπε το συντομότερο 

να σε ζητήσω στο χειρουργείο, πριν σε πάρουν 

-ΘΕΕ και ΚΥΡΙΕ!- και ότι 

θα είχα μετά, δυσκολίες να εντοπίσω πού θα σε πήγαιναν !!!…)

 

Πώς μου έφυγες, πριν να προφτάσω να αρπάξω 

στις παλάμες μου την τελευταία σου ανάσα,

πριν να αποτυπώσω εκείνο το γκριζο-πράσινο αγαπημένο χρώμα

των ματιών σου για να βλέπουμε μαζί τα όσα είδες, 

κι όλα όσα χάραξες στους τόπους που περπάτησες;


Ένα λευκό σεντόνι σκέπαζε το άψυχο κορμί σου, κι είχες 

το στόμα ανοιχτό, προσμένοντας

να σου δώσω την δική μου ανάσα.

Το σφράγισα 

και χούφτιασα το πρόσωπό σου που ήταν ακόμη ζεστό,

όπως κι οι ώμοι σου, και η καρδιά σου.

Σε ταρακούνησα, σε ανασήκωσα, μέχρι που λύγισε 

και το δικό μου το κορμί. 

Δεν είχα τίποτε πλέον να σου δώσω.


Έψαξα για μαντήλι, τίποτε! 

κι όμως! Ένα μανταρίνι 

που είχα βάλει στην τσέπη να σου το έδινα την επομένη, 

μου έδωσε τον χυμό του για τα στεγνά σου χείλη

και το άρωμα της φλούδας του 

να αλείψω το πρόσωπό σου, 

τους ώμους σου,

τα χέρια σου, που δεν άπλωναν 

να με αγκαλιάσουν…


Κι ήρθαν να σε πάρουν, 

και να κλειδώσουν το δωμάτιο με τα άδεια κρεββάτια

και τα χαμηλωμένα φώτα.



Εμένα, δεν με πήραν.


Άφησα τα δάκρυα θύμιση για τα  άδεια κρεββάτια, 

τους βόγγους μου

για τους άχαρους τοίχους.


Γύρισα σέρνοντας

στην αγκαλιά των παιδιών μου, ακολουθώντας

το δρόμο του δικού μας Γολγοθά.


Ακόμη υπάρχω.


( Με την σκέψη μου και με αγάπη,

Υιώτα




4 σχόλια:

Άρης Άλμπης είπε...

Βαριές εκείνες οι στιγμές,
πόσο δύσκολες.
Και ακόμα δυσκολότερες
αν ο αγαπημένος που φεύγει
είναι «… το θύμα τής απερίσκεπτης καρδιάς του
που δεν χόρταινε να στάζει μέλι για όλους μας...».
Κι όμως ο άνθρωπος είναι για ν’ αντέχει.
Κι αν μπορεί να καταγράφει με ποιητική δύναμη την ψυχοβόρα εμπειρία, δίνει κουράγιο στους δικούς του. Κι έτσι πρέπει!

Αστοριανή είπε...

Αρη μου,
προσπαθώ
και προσπαθώ...

Καλά να είστε και Καλές Γιορτές να έχετε.
Πάντα σας σκέπτομαι με Αγάπη κι Εκτίμηση

Ευχαριστώ, Φίλε μας, για τις μεστωμένες σκέψεις

akrat είπε...

Καλησπέρα. Δύσκολες στιγμές. Θα κάνετε υπομονή. Είναι η μοίρα μας. Το τέλος μας... Υπομονή, αγάπη θύμηση και ξανά αγάπη. Να κρατάς στην θύμησή σου το γέλιο του. Την σκέψη του. Να κρατάς και να ζεις με ότι σκόρπισε απλόχερα. Τυχερή που έζησες μαζί του.

Αστοριανή είπε...

Dear Akrat,
Thank you so much for your warm thoughts. So nice of you.
I am trying hard. This epidemic makes it worse.
Loneliness and Fear
makes it worse.

Have the best from the coming Special Days, with your family. This counts the most.
Thank you again and again.
Be well