28 Αυγ 2021

ΗΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ

 ΗΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ

Το Μεγάλο Φαρμάκι.


Αύγουστος 26. 2020

ΗΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ.

Αθέλητα φτερούγησες έξω, στο πικρό ξημέρωμα.

Τα εγγόνια, με μάτια ξάγρυπνα, κοιτούσαν από τα παράθυρα του αυτοκινήτου. Η δευτερο-κόρη μας, αμίλητη, σε βοηθούσε να προχωράς στητός.

Τα γόνατα τρεμάμενα. Η καρδιά, αυτή η μεγάλη καρδιά,  ρημαγμένη. "-Δέκα με δώδεκα χρόνια θα κρατήσει το μόσχευμα", μου είχαν πει, τότε. Στα δέκα, τον πρόδωσε!

Κρατούσες τα χείλη σφιχτά εμποδίζοντας την αδύναμη ανάσα να δραπετεύει, και είχες την παλάμη μου στο στέρνο σου, να μετρά τους παλμούς σου. 

-...σαραβάλιασα, μουρμούρισες κατεβαίνοντας με κόπο τα τρία σκαλιά...

Προσποιηθήκαμε ότι δεν σε ακούσαμε.

Το «ΠΡΩΤΩΝ ΒΟΗΘΕΙΩΝ» σε περίμενε μπροστά στον κήπο που αγαπούσες και που ίσως δεν θα ξανάβλεπες.

Περήφανα ανέβηκες  και ξάπλωσες στο λευκοντυμένο στενο-κρέββατο.  Γνώριμες κινήσεις, συνηθισμένες…

-Έλα, ανέβα, Τί περιμένεις, είπες ανυπόμονα.

- Ο «κωρονοποιός»! Δεν επιτρέπεται, είπε η νοσοκόμα, έτοιμη να κλείσει την πίσω πόρτα…

-Ποιος είναι αυτός; Έλα! επέμενες, κι εγώ, αγωνιζόμουν να κρατήσω τα δάκρυα…

-Σ΄αγαπώ, απάντησα. -Σ’αγαπώ κι εγώ, απάντησες.

-Ακολουθούμε, με τα παιδιά, συνέχισα, μα ήταν για να ηρεμήσω τον δρόμο σου για το Νοσοκομείο.

Γονάτισα στο πεζοδρόμιο κι αγκάλιασα την κίτρινη υδραντλία, να κρατηθώ.

Τα παιδιά, με την μάνα τους, συμπλήρωσαν τα δάκρυα που δεν γίνονταν να κρατηθούν πλέον.

Από το διπλανό σπίτι, ξάγρυπνη η γειτόνισσα έγνεψε με το χέρι.

 Ήταν η πρώτη δόση από το «Μεγάλο Φαρμάκι» 

που άθελά σου άρχιζες να μας ποτίζεις.

(Φωτο-σύνθεση Υιώτας.  Αύγουστος 15, 2020)

...κι όμως, 

ενώ όλος ο κόσμος "βράζει"

ο πρώτος χρόνος που γυρίζει,

θηλειά γίνεται

και με πνίγει.

===

Να είστε όλοι καλά, με Ειρήνη και Υγεία.


2 Αυγ 2021

Σ Τ Ι Γ Μ Ε Σ - Π Υ Ρ Α Κ Τ Ω Μ Ε Ν Ε Σ


ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΥΡΑΚΤΩΜΕΝΕΣ


(Φωτογραφία, πρόσφατη, από το κινητό της Όλγας μας.)  

 Στιγμές Πυρακτωμένες

Θυμάμαι, Νύχτα νωπή. Σελήνη μισή. Τραυματισμένη.

Αμίλητη. Θαρρείς κοχλάζει ενοχή. 

Αναπολώ αίσθηση που δεν σώνεται, που με πληγώνει και ριγώ.

Στιγμές πυρακτωμένες.

Όταν τα χέρια τύλιξες στο πρόσωπο που

διψούσε για φως 

να λάμψουν τα γκριζοπράσινα μάτια σου. Με δίπλωσες αργοσέρνοντας τα χείλη

-ίσως να συμπληρώσεις ετών αποστάσεις.


Ασθμαίνοντας έγραφες  έναν ανείπωπο επίλογο

που ούτε εσύ γνώριζες ότι θα σημάδευε 

αυτή την πρώτη του μήνα.


Ξημέρωνε Αύγουστος. Ο μήνας σου, 

που υπέγραφε ταξιδιάρικες αγάπες κι 

επικίνδυνα μακροβούτια

στα προκλητικά Συριανά ακρογιάλια.


Ένα αγκάθι τρυπούσε τα σωθικά όταν 

ξεδίπλωνες απόκρημνες τοποθεσίες με πανσέληνο

σπουδάζοντας την τέχνη του έρωτα. 

Εσύ νοσταλγούσες πατρίδα. 

Εγώ τα πρώιμα χρόνια σου. 

Μια κρυφή ανασφάλεια μείωνε το χρώμα των λουλουδιών που αγαπούσα και σκόρπιζε την ευωδιά του κόκκινου γαρύφαλλου 

που φορούσες κατάκαρδα.


Αδιάβαστο βιβλίο ο νους. 

Ωκεανός οι σκέψεις.

Η δε καρδιά; Άσωστη. Άσωτη. Σαστισμένη. 

Πόσες φορές στους χτύπους της να λύνει και να

δένει γιορντάνι, ασημόχρυσο;

    Στιγμές που φύγαν, άσωτες, 

    ξέδερμα  επιστρέφουν.


Κι είναι ο Αύγουστος λειψός.

 

Μισάνοιχτη η πόρτα.


Ξέρω, ποτέ δεν έφυγες. 

Κι η λυγαριά ολάνθιστη, σε προσκαλεί μαζί μου.


Μα απόψε η Σελήνη ντύθηκε πάλι μαρασμό. 

Μισή. Τραυματισμένη. 

Και ξενυχτώ,

να μειωθεί της νύχτας το σκοτάδι, που με έντυσε

πρωτομηνιά

Στιγμές Πυρακτωμένες.

************************************************************

Φίλες και Φίλοι μου,

Πάντα με την Αγάπη μου.

Καλό μήνα για όλους.