με την σεπτή παρουσία τού "Αη-Βασίλη"
Yiota Spanou Stratis
Ευχαριστώ, Μαρία μου! Κι ακόμη, αναρωτιέμαι: Άραγε, θα έρθουν οι ερωδιοί και τα φλαμίνγκος στην Αλυκή του Αιγίου, με τούτες τις απάνθρωπες ενέργειες!!!
- Like
- Reply
- 1m
με την σεπτή παρουσία τού "Αη-Βασίλη"
ΕΥΧΕΣ , ΕΥΧΕΣ , ΕΥΧΕΣ !
(Φωτο-σύνθεση Υιώτας, ο ΕΡΩΔΙΌς της καρδιάς μου. 12-22-23)
Απόσπασμα, από τις "ΟΙ ΦΩΛΙΕΣ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ",
'Εκδοση Απανεμιά, Αθήνα, 1991.
Δεν νοιάζομαι πόσα κύματα το πλοίο μέτρησε
αρκεί που πλεύρισε,
ή πόσα λιμάνια
παρέλειψε, αρκεί που έφτασε στον προορισμό του.
Τις λέξεις λυπούμαι που δεν πρόφερα στης οργής την ώρα,
τα χέρια που δεν έσμιξα στην αλυσίδα της συγγνώμης,
σε όσους συνάντησα στης ζωής το σταυροδρόμι.
Κάθε φορά που ατενίζω ένα κατάρτι να περονιάζει το
άπειρο,
ή ένα πανί να ασφυκτιεί στη νηνεμία,
φορτίζω όλες τις ανάσες μου για το "Καλό κατευόδιο",
να φτάσουν σε όλους τα καθυστερημένα χαιρετίσματα,
ενώ θα ανασταίνω ασήμαντες -μα ακριβές Αγάπες-
μέχρι που να πονέσει η νύχτα...
Και το πρωί -όπως κάθε πρωί-
να θησαυρίζω στα μάτια και στην όψη των παιδιών
όπου εμφωλεύει ο Ήλιος. ..."
+++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
ΚΑΛΕς ΓΙΟΡΤΕς
σε όλο τον Κόσμο!
Πάντα με την Αγάπη μου
++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++
ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ! ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ;
(Φωτο-σύνθεση Υιώτας. 11-30-23)
Κρυμμένο τον Ερωδιό
κατάβαθα, σου ήρθα, και δεν με αναγνώρισες!
Γονατιστή, λες σ΄
αφιλόξενη ακτή, και χέρι δεν μου άπλωσες, Θάλασσα, θάλασσά μου!.
Προσπάθησα δειλά-δειλά, δυο λέξεις να προφέρω, κι εκείνες εξατμίστηκαν στη λαύρα
την αφόρητη. Δυο δάκρυα, ανεξέλεγκτα έτρεξαν, να κυλήσουν, γεύση πικρή, υφάλμυρη,
όπως η Μάνα-Μνήμη. ‘Αγιο φυλαχτό. Πολύτιμο.
Κι εκεί, Σ΄ ΕΙΔΑ, να περπατάς, με λυπημένη όψη,
αφήνοντας διάδρομο, λες
κάποιος αναμάρτητος, πιστά Σε ακολουθούσε…
-΄Οραμα, είπα. Αστραπή!
Από μια πικροδάφνη, τα άνθη της ταράχτηκαν -μικρόσχημες αχιβάδες-,
το ξερό χώμα ραίνοντας. -Χριστέ
μου, ψέλλισα, γιατί; γιατί μ΄ εγκαταλείπεις;
Δική, τούτη η θάλασσα,
πώς και δεν με θυμάται;
Αμίλητος ο γυρισμός, στου
πατρικού τις ρίζες. Κι εγώ, που χρόνια έτρεφα
Αντίδωρο και Αγιασμό, ξερά
τα χείλη έμειναν, ρηχά, στεγνά τα μάτια…
Είχα ωραιοποιήσει -στα
χρόνια που μου έλειπε- τον Σελινούντα ποταμό,
λες κι ήταν Ιορδάνης!
Να περπατήσω απ΄ την ακτή,
στις εκβολές να φτάσω, και ταπεινά να βαφτιστώ,
το μισεμό να σβήσω…
Πήρα το δρόμο, μοναχή, με
ένα ξερόκλαδο, βοηθό στης όχθης τα λιθάρια …
Τίποτε γνώριμο, κι εδώ!
Μηδέ γραμμές, ή τρένα… Μηδέ θάμνοι της λυγαριάς
που φτιάχναμε στεφάνια…
Μηδέ γονείς, αδέρφια!
Ο γυρισμός, πικρόχολος. Τα
χείλη, σφραγισμένα... κι ήταν πεντάρφανη η φωλιά,
το Πεύκο, το χωράφι…
Απότιστη, νεκρή η ζωή, χρόνια ξεριζωμένα! Λυγμοί κρυφοί. Αναπνοή δυσεύρετη!
-Καρδιά! Πώς ξεγελάστηκες!
Δεν είναι τούτη η γη μου!
Κρατώ ακριβή ανάμνηση σ΄
ένα μικρό κογχύλι, μαργαριτάρια, κι αχινούς,
κύματα αφρισμένα, γνώση,
αλήθειες, όνειρα, σύννεφα οργισμένα,
όλα, μα όλα θραύσματα, απόγνωσης θρεφτάρια.
΄Ηλιος στο ηλιοβασίλεμα, ο
θρήνος της Αλήθειας.
Επαίτες της μικρής χαράς, ηφαίστεια
αυταπάτης… να προχωράει η ζωή
στη μακρινή πατρίδα.
Ω! χώρα της απάθειας και της
απαιδευσίας π΄ απαγκιστρώνεις της καρδιάς
την μύχια ευαισθησία! Πόσα
ακόμη σου χρωστώ, και πώς θα ξεχρεώσω
τον παγερό παράδεισο μ΄
ασφόδελους σπαρμένο,
για ένα κομμάτι όνειρο,
σ΄ όραμα φυτεμένο!
ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ, ΑΝΏΡΙΜΗ
(Φωτο-σύνθεση Υιώτας, 15 Αυγούστου, Αθήνα, 2023)
ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ, ΑΝΏΡΙΜΗ
Πώς τόλμησες, καρδιά μου,
να ξεγλιστρήσεις, άμυαλη,
μεσονυχτίς με συντροφιά
την ώριμη σελήνη, που κρύβεται δακρύβρεχτη
πίσω από τα σύννεφα κι απ΄
του ουρανού το μένος!
Φόρεσες αστραπής φτερά, γοργά να ταξιδέψεις στον κόσμο που δεν γνώρισες,
κι ούτε που θα γνωρίσεις.
Χρόνια σαν ζύμη σ’ έπλαθα, εύπλαστη μ΄ εύδιες λέξεις, να φτερουγίζεις άφοβη,
αγέρωχη να ιππεύεις τον Πήγασο, τα σύννεφα, τις θύελλες του Δία,
να κολυμπάς ατρόμητη σ΄ ωκεανούς απρόσιτους, να χάνεσαι ολομόναχη σ΄ οροσειρές,
σε δάση απόμακρα, αδιάβατα,
γυμνόποδη να περπατάς σ΄ απόκρυφα λιβάδια,
να τριγυρνάς στο απύθμενο το παρελθόν της Γνώσης…,
και πού δεν σ’ άνοιξα πηγές-πληγές με φόβο αλλά και θάρρος…
Απόψε δεν βασίστηκες στης
πείρας μου το βάθος.
Των κουρασμένων ώμων μου στο βάρος της Αλήθειας, το πονεμένο σώμα μου
που γέρνει
κι ας μην πέφτει, αγνόησες.
Δραπέτευσες, αμίλητη, μ΄ ένα ζευγάρι μάτια ήδη αδύναμα κι αυτά να αντισταθούν
στον Ήλιο.
Ποιο μονοπάτι διάλεξες, ποιο δρόμο, ύψος, βάθος, ποιος σ΄ έπεισε ανώδυνο
πως θα ‘ναι το ταξίδι;
Ο κόσμος, είναι απέραντος,
κι όμως δεν σε χωράει.
Γλίστρησες απροετοίμαστη. Δραπέτευσες
στο χάος, νια πεταλούδα, άμαθη
στων λουλουδιών τον κήπο. Μα
η νύχτα είναι ύπουλη κι ας φέγγει το φεγγάρι.
Κι οι νυχτερίδες, κρύβουν την
πείνα τους για θύματα, αίμα ν΄ απομυζήσουν …
Μισή καρδιά με άφησες, μ’ υπομονή φευγάτη. Κι ο κόσμος,
μοιάζει κόσμος σου, κι ας είναι αυταπάτη.
Μια συμβουλή σου δίνω, εδώ,
καρδιά ξεστρατισμένη. :
Όση και δύναμη να λες πως έχεις, κι ότι φτάνει να αγκαλιάσεις του Θεού το όλο μεγαλείο,
δεν σκέφτηκες πως η
φωλιά χώρο πολύ δεν έχει.
Αμβλύνονται οι πίκρες της
για να επιβιώσει. Πάνω από τα ίχνη τους, καινούριες
παίρνουν θέση, κι ο κύκλος
είν’ ατέλειωτος, ως τη στερνή την ώρα.
Τώρα, πώς θάρρεψες
αψήφιστα νύχτα να ροβολήσεις, ντυμένη με ολόλευκη εσθήτα
Ναϊάδων, … τον φθόνο δεν τον σκέφτηκες, πότε κρυφό, πότ’ έκδηλο, των άλλων
που δε βλέπουν παρά την υπερίσχυση δικής τους παρουσίας;
Ξέχασες ότι ο αμνός είναι τροφή του λύκου;
Ότι η βροντή κι η αστραπή διάρκεια δεν έχουν, όμως βροχή υπέρμετρη
μπορεί να χαμηλώσει οροσειρές δεντρόφυτες, γέφυρες να γκρεμίσει,
και να θυμώνει ο ωκεανός στο λασπωμένο χρώμα; Ακόμη και τα χρώματα
στο θείο, ουράνιο τόξο, δεν είναι παρά λιγοστή η έκπαγλη ομορφιά τους.
Ένα ξεχνάς, ευαίσθητη μα
ατίθαση καρδιά μου:
Όλος ο κόσμος ΔΕΝ χωρά σε λιγοστό χωράφι.
Κι εσύ, η μοσχο-ανάθρευτη,
έχεις όλη την Φύση σε τούτο, το μοναδικό κομμάτι
της καρδιάς μου -όσο
απόμεινε εύφορο, να αναθρέφει Αγάπες.
τα χρόνια της ζωής μου, κι ένα συρτάρι ανοιχτό με φρούδες νοσταλγίες.
Θλιμμένος κι ο Ερωδιός, συνθέτει
μελωδίες για το στερνό μονόπρακτο …
Είναι πολλά τα όνειρα και
λιγοστά τα χρόνια.
Επέστρεψε στη θέση σου, ανώριμη καρδιά μου!
ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΗ !
όμως εγώ "αξιοποίησα" τα ... δικά μου στην γυάλινη πιατέλα, πάνω στο καλοκαιρινό τραπέζι,
ξημερώνοντας το πρωϊνό του Δεκέμβρη!
Βέβαια, βοήθησε κι ο πρωϊνός, συναχωμένος ήλιος, μειώνοντας κάπως την τρεμούλα μου, όμως τα δαχτυλά μου
ακόμη νιώθουν τη γεύση του πάγου!
Αν και δεν περιμένω ριζικές αλλαγές σε τίποτα,
ας ευχηθώ "Καλό Γιορτινό Δεκέμβρη"
να έχουμε, Φίλοι μου.
Υγεία - Ειρήνη - Υπομονή - κι Αγάπη!
Κυρίως αυτά.-
Τα "υπόλοιπα" έπονται.
με παιδιά κι εγγόνια, ΕΓΙΝΕ και δική μας !
Με ΕΥΧΕΣ μέσα από την καρδιά μας,
HAPPY THANKSGIVING!
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ,
με Υγεία, Ειρήνη, Λογική, Σεβασμό κι Ανθρωπιά
σε όλους, σε κάθε γωνιά της Γης.
Ό καθένας μας
ΕΧΕΙ κάποιο λόγο να ευχαριστεί τον Παντοδύναμο!
Πάντα με την Αγάπη μου,
Γιώτα
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΦΕΙΣΜΠΟΥΚ !!!
12 Νοε 2017
(Αύγουστος 2023)
Αργοπορημένη Επίσκεψη
Στον ΠΑΤΕΡΑ
«Πίστευε στα όνειρα»
έλεγες, και το πίστευες!
…Τα όνειρα, Πατέρα; Ποια
όνειρα; Μονολογούσα άφωνη.
Εσύ, δεν άκουγες… Μόνο ο
ήχος της φωνής σου, ριζωμένος κατάβαθα, έλεγε, και ξανάλεγε: -Πίστευε, παιδί
μου, πίστευε.
Ήρθα, απροσδόκητα, σχεδόν
δύο δεκαετίες μετά, αυτόν τον ψημένο δεκαπενταύγουστο … Ήρθα, αργο-πατώντας,
στο χώρο σου, να σε βρω. Με τη Μάνα, δίπλα-δίπλα.
Πέρασα, διπλο-πέρασα.
Γιατί δεν σας εύρισκα;
-Άργησες! Ίσως τους
άλλαξαν, ο νους αντέδρασε...
-Τα μάρμαρα κι ο Σταυρός, μόνο με επώνυμο «οικογενειακό» και σκόρπιες φωτογραφίες, εκεί είναι ... κάποιοι μου είπαν. Κοίταζα, μα ΔΕΝ έβλεπα.
ΔΕΝ σας έβλεπα! Τα γόνατα,
έσπασαν. Κρατιόμουν από ξένους σταυρούς, να μη σωριαστώ σε ξένα παγωμένα κρεββάτια
…
Κι εκεί, με τα μάτια
γυάλινα, με τα χείλη επτασφράγιστα, αναρωτιόμουν με θυμό: «Τα όνειρα! Ποια
όνειρα, Πατέρα!
Άραγε, νιώθετε ότι ήρθα;
Σας ερωτώ: με ακούτε;»
-«Τα όνειρα»,
μονολογούσα,
πότε, και ποιοί μας τα επέτρεψαν; Πότε, και ποιοί μας τα στέρησαν; …κι εσύ,
Μητέρα, πότε μας είπες ότι τα όνειρα δεν είναι -δεν ήταν- ποτέ δικά μας!
Γιατί, -σας ρωτάω, γιατί δεν μου είπατε
ότι πίσω από ένα σύννεφο κρύβεται ένα άλλο. Ότι πίσω από μια
θύελλα, ακολουθεί ένας τυφώνας; Ότι πίσω από ένα χαμόγελο κρέμεται ένα δάκρυ…
ότι οι χαρές είναι τραγούδια απόμακρα, ούτε ίδιες για όλους...
Αχ! Πατέρα, που φύτευες
όνειρα σε άνυδρο έδαφος. Μάνα, που δεν μάζευες στις χούφτες τα δάκρυα, για να
καρπίσουν τα όνειρα!
Αλήθεια, πότε ισιώσαμε την
ευλυγισία της παπαρούνας; Πότε κατοχυρώσαμε τις ματωμένες λέξεις της στο λιτό αλφαβητάριο
των προσευχών; Πότε με διαβεβαιώσατε ότι οι συμβολισμοί κι οι προσευχές είναι εφεύρεση των ταπεινών κι ότι εμείς απέχουμε τόσο πολύ απ΄ το γαλάζιο της θάλασσας που κανακεύει τα ιστιοφόρα;
Ότι τα ανάλαφρα πετάγματα
των γλάρων δεν συντροφεύουν τις μοναχικές αλκυονίδες…
Ω! και να μπορούσαμε να
διώξουμε αυτή την εξωτερική εικόνα που φορούμε κατάσαρκα, να συστήσουμε στις
σκιές να περπατούν ολόρθες …
Να αγαπούμε δίχως την
απαίτηση του υπολογισμού,
να κατανοούμε ότι ανέκαθεν
οι εποχές δεν ζητούν άδεια για να αλλάζουν, κι ότι ανήμποροι πορευόμαστε κι
εμείς μαζί τους.
Θυμάμαι, όταν σε φώναξα,
Πατέρα, εσύ έφευγες, κι Μάνα δίπλα σου. Σκυφτοί κι αμίλητοι. Ίσως για το
παραμύθι που τυλίγατε με το φτηνό ρούχο της ελπίδας. Ας είναι.
Οι ευνοούμενοι της Τύχης, είναι διαλεγμένοι.
Τα αστέρια, πολύ ψηλά να
τα αγγίξουμε.
Η Γη, πολύγλωσση,
πολύβουη, πάντα μας καλεί .
Εμείς καμώνουμε ότι δεν
ακούμε, ότι δεν βλέπουμε.
Ανόητα κι εγωΙστικά πιστεύουμε ότι
είμαστε αιώνιοι.
Ζούμε, για ξεγελάμε την σύντομη παρουσία μας.
Την μηδαμινή ύπαρξή μας.
Κι η Γη, αόματη, δίχως καρδιά,
δίχως νου, πάντα αχόρταγη, να μας οσμίζεται και να κρυφογελάει.
Επιστρέφω, εκεί που με περιμένει ο Ένας, ο Εκλεκτός, ο Αόρατος.
Δώσε μια αγκαλιά στη Μάνα, Πατέρα. Πάντα την άξιζε!
Πάντα οι Μανάδες την αξίζουν.
Να ξέρεις, όμως, τούτο:
Επιστρέφω, με την Αγάπη ανέπαφη. Αυτό είναι το πιο σίγουρο όνειρο.
Εκείνο, ίσως, που δεν κατάλαβα τότε,
όταν μου μιλούσατε, ήταν τόσο απλό: Ό,που κι αν είμαστε, κοντά, ή μακριά:
Η Γη, μας ενώνει!
11 Σεπτεμβρίου 2001 !!
ΠΟΛΛΑ είναι εκείνα που πρέπει να
ΜΗ ΞΕΧΝΑΜΕ !!!
Δεν υπάρχει αρχή και τέλος. Ούτε στην τεχνολογία, Ούτε στα Παγκόσμια Συμφέροντα.
ΖΟΥΓΚΛΑ! με απροσδόκητο Θάνατο, και Ζωή σημαδεμένη ...
(Αυτή η ημερομηνία, μας βρήκε να περιμένουμε το παιδί μας στην ρίζα της 59ης Γέφυρας, της κομητείας Κουήνς -λόγω του όσοι ήταν αρκετά μακρύτερα από το Σημείο Φρίκης ... τους επέτρεψαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους...
...Εμείς, είμαστε από τους τυχερούς. Ξυπόλητη, περπάτησε πάνω από 2 ώρες για να φτάσει στη γέφυρα, και να πέσει στην αγκαλιά μας ...
ΕΙΘΕ να σταματήσει ο σπαραγμός και να ανασάνει ο κόσμος ...
Υιώτα
Στο καλό, Φιλενάδα!
Πολλά είδες, περισσότερα άκουσες ... μη τα λες, όμως, όλα και φοβηθεί ο κόσμος σου, εκεί ψηλά. Φεύγοντας,
κάνε ΕΥΧΗ να ηρεμήσει ο εδώ κόσμος,
κάπως έχουμε ξεστρατήσει και τα μάτια μας δεν βλέπουν !
Θα τα πούμε σε ...14 χρόνια!
Αν δεν με ... γνωρίσεις εσύ, θα σε βρω εγώ, σίγουρα . Μια ζωή ολόκληρη τα λέμε!
Καλό δρόμο να έχεις.
Κι εμείς, ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ!
"αστοριανή"
με τον ευαίσθητο "Ερωδιό" στη καρδιά.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, ΦΕΙΣΜΠΟΥΚ !
2η, "απανωτή" παρουσίαση !!!
Τιμή και Χαρά μου !!! Υιώτα, Γουέστμπερυ, ΝΥ
Πάλι με "καλημέρησε" ο φλογάτος Ιβίσκος μου!
===========